Το Renault Clio RS προσφέρει μεν σπορτίφ αίσθηση και δυνατότητα στον οδηγό να στρίβει με πολλά χιλιόμετρα χωρίς να ιδρώσει πίσω από το τιμόνι, η αίσθηση όμως που περνάει στον ίδιο είναι κάπως «αποστειρωμένη».

Σφιχτή ανάρτηση, κοφτερό τιμόνι, μεγάλα περιθώρια πρόσφυσης και δυνατότητα να παίξεις με την ουρά, τα χαρακτηριστικά του Ford Fiesta ST στο δρόμο. Ο οδηγός νιώθει βασικό μέρος των δρώμενων και όχι απλά συμμέτοχος.

Στο δρόμο: Διαφορετικοί προσανατολισμοί

76.531 Επισκέψεις στο άρθρο - Ημερομηνία δημοσίευσης: 16/4/2015

Από τη στιγμή, που θα βρεθείς πίσω από τα πηδάλια του Fiesta ST, νιώθεις  την αδρεναλίνη να ανεβαίνει στροφή με στροφή. Πιο χαμηλό κατά 15 χλστ. από τα συμβατικά αδέλφια του, με σοφά σφιχτή ανάρτηση, ένα πολύ γρήγορο τιμόνι και μεστό σε αίσθηση τιμόνι (2,3 στροφές) και έναν απόλυτα θετικό επιλογέα, με ηλεκτρονικό Σύστημα eTVC που συνδυάζεται με το διαφοροποιημένο ESP, προσομοιώνοντας τη λειτουργία ενός μηχανικού μπλοκέ, και με το ESP, για πρώτη φορά, να ενεργοποιείται και απενεργοποιείται σε τρία στάδια (On, Off και Sport), το Fiesta ST κερδίζει τις οδηγικές εντυπώσεις. Βάζοντας σωστά τη δύναμη στην άσφαλτο, δίνοντας σου τη δυνατότητα να ρυθμίζεις τη συμπεριφορά του ζυγισμένου πλαισίου με τα φρένα και το γκάζι, το Fiesta είναι πωρωτικό ειδικά σε στριφτερές διαδρομές. Ξέρει να προσφέρει οδηγική ευχαρίστηση, μπορεί να είναι αποτελεσματικό και σίγουρα προσφέρει μια ευχάριστη “μηχανική” αίσθηση στον οδηγό, που νιώθει βασικό μέρος των δρώμενων και όχι απλά συμμέτοχος. Σίγουρα οι ανωμαλίες του δρόμου γίνονται αισθητές, είτε σε γρήγορους, είτε σε αστικούς ρυθμούς, αλλά και πάλι στρογγυλεύονται ικανοποιητικά και έτσι δε νιώθεις ποτέ πως θα σου φύγουν τα σφραγίσματα. 
Από την άλλη, έχουμε το Clio RS με τη βαριά κληρονομιά των προκατόχων του, που έχουν γράψει την δική τους ιστορία στην κατηγορία των μικρών GTI. Στη νέα του γενιά παραμένει ευχάριστο οδηγικά, με την σπορ οδική του συμπεριφορά, το άμεσο, αλλά μάλλον φλύαρο τιμόνι, τα αυξημένα περιθώρια πρόσφυσης και το σφιχτό set up της ανάρτησης. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση είναι λιγότερο σκληροπυρηνικό σε σχέση με το παρελθόν. Δείχνει προσαρμοσμένο στα σύγχρονα ψηφιακά δεδομένα, αφού ναι μεν τα περιθώρια πρόσφυσης είναι κορυφαία και ο οδηγός μπορεί να στρίψει με ασφάλεια με πολλά χιλιόμετρα και χωρίς να ιδρώσει πίσω από το τιμόνι, η αίσθηση όμως που περνάει στον ίδιο είναι κάπως «αποστειρωμένη».  Χωρίς ξεσπάσματα, χωρίς δράμα, χωρίς την ένταση και τον ξυραφένιο χαρακτήρα ειδικά του προηγούμενού του μοντέλου. Η ανάρτηση είναι σφιχτή, όμως δεν κουράζει σε καθημερινούς ρυθμούς οδήγησης, ενώ πολύ καλή είναι η αποτελεσματικότητα και η αίσθηση των φρένων.