Στο δρόμο και τα δύο αυτοκίνητα χαρακτηρίζονται από τα υψηλά επίπεδα άνεσης που προσφέρουν αφού άλλωστε αυτός είναι και ο βασικός σκοπός τους. Η ανάρτηση σε κάθε περίπτωση έχει και την μαλακή ρύθμιση και την απαιτούμενη διαδρομή για να τα καταφέρει καλά σε αυτό το πεδίο, θυσιάζοντας ελαφρώς την οδηγική αίσθηση και την αποτελεσματικότητα σε πιεσμένους ρυθμούς.
Και τα δύο μοντέλα είναι άνετα στο δρόμο και μέσω της τετρακίνησης παρουσιάζουν ουδέτερα χαρακτηριστικά κίνησης αλλά και μεγάλες ικανότητες για εκτός δρόμου χρήση.
Η τετρακίνηση πάντως σε κάθε περίπτωση είναι σε θέση να προσφέρει υψηλά επίπεδα πρόσφυσης οπότε οι κλίσεις είναι αυτές που τα περιορίζουν, ενώ αναφορικά με το σύστημα 4κίνησης και τα δύο διαθέτουν ικανά συστήματα που μεταφέρουν τη ροπή και στους δύο άξονες ανάλογα με τις οδηγικές συνθήκες. Αυτό του Duster τυπικά δίνει 1% στον πίσω άξονα, δουλεύει δηλαδή περισσότερο ως προσθιοκίνητο, ενώ το αντίστοιχο σύστημα τετρακίνησης του Korando μεταφέρει αυτόματα ροπή σε όλους τους τροχούς με το ποσοστό να ορίζεται από την πρόσφυση του καθενός.
Και μπορεί στην άσφαλτο το παραπάνω να μην κάνει την ουσιαστική διαφορά και να επιβαρύνει την κατανάλωση, στο χώμα όμως έχει θετική επίδραση στη συμπεριφορά του καθιστώντας το πιο ικανό να κινηθεί σε ακόμα πιο δύσκολα σημεία. Από την πλευρά του το Duster απαντάει σε αυτό με τις καλύτερες γωνίες του αμαξώματός του και την αυξημένη απόσταση από το έδαφος σε αυτές τις συνθήκες, έχοντας έτσι δύο από τα πιο ικανά τετρακίνητα SUV της κατηγορίας. Επιπλέον, όταν τα πράγματα γίνουν πραγματικά δύσκολα, και τα δύο μοντέλα διαθέτουν επιλογή κλειδώματος της τετρακίνησης για να πάνε ακόμα πιο μακριά. Όσον αφορά στο φρενάρισμα, τέλος, και τα δύο μοντέλα ικανοποιούν με την επίδοσή τους, με 35,8 μ. και 36,1 μ. απόσταση ακινητοποίησης για το Duster και το Korando αντίστοιχα.